χρυσός κανόνας

χρυσός κανόνας
(αγγλικά gold standard, που χρησιμοποιείται ως διεθνής όρος). Νομισματικό σύστημα που στηρίζεται στον χρυσό. Το χρυσό νομισματικό σύστημα δημιουργήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία: από το 1816 το χρυσάφι, που έως τότε, αν και ήταν το κύριο νόμισμα, μοιραζόταν τον ρόλο του με τον άργυρο, έγινε βάση του νομισματικού συστήματος, ενώ ο άργυρος υποβιβάστηκε στον ρόλο του βοηθητικού νομίσματος. Η Μεγάλη Βρετανία ήταν τότε η μόνη χώρα με χρυσό σύστημα: όλες οι άλλες χώρες εφάρμοζαν τον διμεταλλισμό. Η αύξηση της παραγωγής χρυσού, μετά την ανακάλυψη των χρυσωρυχείων της Καλιφόρνιας και της Αυστραλίας, διευκόλυνε τη διάδοση του χ.κ. στις επόμενες δεκαετίες (η Γερμανία τον δέχτηκε στα 1872, οι ΗΠΑ το 1900) και πριν από τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο ο χ.κ. είχε γίνει ουσιαστικά το παγκόσμιο νομισματικό σύστημα. Τα βασικά χαρακτηριστικά του χρυσού συστήματος είναι τα εξής: 1) το κράτος καθορίζει τη νομισματική μονάδα με βάση τον χρυσό, δηλώνει δηλαδή ότι οι λέξεις δολάριο, λίρα, δραχμή κλπ. σημαίνουν μια ορισμένη ποσότητα καθαρού χρυσού. 2) Η κοπή του χρυσού είναι ελεύθερη, δηλαδή το νομισματοκοπείο είναι υποχρεωμένο να δέχεται και να κόβει σε νομίσματα οποιαδήποτε ποσότητα καθαρού χρυσού του παρέδιδαν ιδιώτες. 3) Ο χρυσός, τόσο σε μορφή νομίσματος όσο και ακατέργαστος, μπορεί να εισάγεται και να εξάγεται ελεύθερα. 4) Ακόμα και με σύστημα χ.κ. τον ρόλο μέσων πληρωμής εκτελούν τα τραπεζογραμμάτια και οι καταθέσεις, που δημιουργήθηκαν στις τράπεζες με την πίστη, αλλά εφόσον αυτά είναι μετατρέψιμα σε χρυσό, ο όγκος τους είναι σχετικός, έστω και όχι αυστηρά, με την ποσότητα του χρυσού. Από τα χαρακτηριστικά αυτά προκύπτει, σε ένα καθαρό και αυστηρό χρυσό σύστημα (gold specie standard) από το ένα μέρος η ταυτότητα αξίας μεταξύ του νομίσματος και μιας σταθερής ποσότητας πολύτιμου μετάλλου που περιέχεται σε αυτό και από το άλλο η ταυτότητα αξίας μεταξύ μεταλλικού νομίσματος (που κυκλοφορεί στο εσωτερικό της χώρας και χρησιμοποιείται για τις τρεχούμενες πληρωμές) και των τραπεζογραμματίων (που κυκλοφορούν πλάι σε αυτό και είναι απλό υποκατάστατό του). Στον καθαρό χρυσό κανόνα η αξία του νομίσματος είναι λοιπόν στενά συνδεδεμένη με την αξία μιας σταθερής ποσότητας πολύτιμου μρτάλλου. Έτσι η ισοτιμία ανταλλαγής των νομισμάτων των διαφόρων χωρών που εφαρμόζουν τον χ.κ. διατηρείται σημαντικά σταθερή, γιατί δεν μπορεί να κυμαίνεται παρά μόνο μέσα σε αρκετά στενά όρια (τα λεγόμενα σημεία χρυσού) γύρω από μια σταθερή ισοτιμία. Η σταθερότητα των ανταλλαγών, που εξασφάλιζε ο χ.κ. και η οποία στηριζόταν ουσιαστικά στην ταυτότητα των διαφόρων νομισμάτων, ήταν μια από τις προϋποθέσεις που διευκόλυναν την ανάπτυξη των ανταλλαγών σε παγκόσμια κλίμακα και τη γρήγορη οικονομική ανάπτυξη του νεότερου δυτικού κόσμου, που ακολούθησε. Με την προϋπόθεση αυτής της σταθερότητας είναι διαποτισμένη η κλασική θεωρία του διεθνούς εμπορίου, που απέδιδε ακριβώς στο χρυσό νομισματικό σύστημα την ικανότητα να εξασφαλίζει, κατά τρόπο αυτόματο, όχι μόνο τη σταθερότητα των ανταλλαγών, αλλά και την ισορροπία των διεθνών ανταλλαγών. Η ουσιαστική ισορροπία του ισοζυγίου πληρωμών μεταξύ δύο χωρών κάνει πραγματικά αναγκαία την αποστολή χρυσού για την κάλυψη της διαφοράς, από τη χώρα Α, που είχε πλεόνασμα εισαγωγών, στη χώρα Β που έχει πλεόνασμα εξαγωγών. Αλλά στη χώρα Α, από την οποία φεύγει ο χρυσός, παρουσιάζεται μείωση της ποσότητας του νομίσματος που κυκλοφορεί και κατά συνέπεια –με βάση την ποσοτική θεωρία του νομίσματος– μείωση των εσωτερικών τιμών. Το αντίθετο συμβαίνει στη χώρα Β, όπου συρρέει ο χρυσός και όπου η αυξημένη ποσότητα χρυσού θα προκαλέσει αύξηση των εσωτερικών τιμών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • χρυσός — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Au· ανήκει στην πρώτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, δεύτερη υποομάδα, έχει ατομικό αριθμό 79, ατομικό βάρος 197,2 ένα σταθερό ισότοπο και πολλά ραδιενεργά ισότοπα με αριθμό μάζας από 187 έως 189 και από …   Dictionary of Greek

  • κανόνας — (Μαθημ.). Γεωμετρικό όργανο, με το οποίο χαράσσονται ευθύγραμμα τμήματα και παράλληλες μεταξύ τους ευθείες (επειδή ο κ. καταλήγει σε παράλληλα ευθύγραμμα τμήματα). Ο κ., μαζί με τον διαβήτη, είναι τα δύο γεωμετρικά όργανα που οι αρχαίοι Έλληνες… …   Dictionary of Greek

  • νόμισμα — Στην οικονομία χαρακτηρίζεται ν. κάθε τι που γίνεται γενικά δεκτό σε ανταλλαγή με εμπορεύματα και υπηρεσίες ή για πληρωμή χρεών. Έτσι μπορεί να είναι ν. ένα φυσικό προϊόν ή ένα μέταλλο, ή ακόμα κι ένα χαρτί ή κι ένας λογιστικός αριθμός, όπως το… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Στοιχεία — Ουσίες με ομογενή ατομική σύσταση, που αντιπροσωπεύουν τα τελικά όρια στα οποία όλα τα υλικά σώματα μπορούν να υποδιαιρεθούν με χημικά μέσα. Στα σ., στην ελεύθερη κατάσταση τους (μη ενωμένα) τα άτομα συνενώνονται σε μόρια που αποτελούνται από 2… …   Dictionary of Greek

  • κέντημα — Διακόσμηση υφάσματος που εκτελείται με βελόνα και νήμα μεταξωτό, μάλλινο κλπ. Οι συνηθέστερες βελονιές που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία των κ. είναι η αρχαιότατη αλυσοβελονιά, η οποία μοιάζει με πλεξίδα, η σταυροβελονιά, η πισωβελονιά, που… …   Dictionary of Greek

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”